αψέντι

αψέντι
το
(λ. γαλλ.), οινοπνευματώδες ποτό από τα φύλλα αψιθιάς.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αψέντι — (absinthe). Ποτό που προέρχεται από απόσταγμα αλκοόλης που περιέχει και σπέρματα γλυκάνισου και μάραθου και φύλλα α. Το α. είναι πλούσιο σε αλκοόλη (47 67%). Το ποτό αυτό, που παρασκευάζεται παραδοσιακά στην Τσεχία, συνδέθηκε με τους ρομαντικούς… …   Dictionary of Greek

  • άψινθος — η (Α ἄψινθος) φυτό ποώδες, αρωματικό με πικρή γεύση, χρήσιμο στη φαρμακευτική και κυρίως στην ποτοποιία για την παρασκευή του ποτού αψέντι. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. προελληνικός όρος. Σ΄ αυτή την υπόθεση οδηγεί κυρίως το στοιχείο νθ , το οποίο χαρακτηρίζει… …   Dictionary of Greek

  • αλκοολισμός — Δηλητηρίαση από οινοπνευματώδη που παρουσιάζεται με δύο μορφές: οξεία (μέθη) και χρόνια. Στην οξεία μορφή, ανάλογα με την ποσότητα του αλκοόλ που έχει καταναλωθεί και την κατάσταση του ατόμου (βαθμός πλήρωσης του στομάχου, ατομική νευρική… …   Dictionary of Greek

  • αλόσανθον — ἁλόσανθον, το (Α) λεπτό αλάτι από θαλασσινό νερό, αφράλατο, αφράλα 2. αναλυτικά ἁλός + άνθος το φυτό αψίνθιον, αψέντι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἅλς ός + ἄνθος. ΠΑΡ. αρχ. ἁλοσάνθινος] …   Dictionary of Greek

  • αψιθιά — Φυτό φρυγανώδες της οικογένειας των συνθέτων. Είναι πολύ αρωματική και πικρή και στη φαρμακολογία βοτάνων χρησιμοποιείται για τις αντιελμινθικές, αντιπυρετικές, αντισηπτικές και διουρητικές ιδιότητές της. Περιέχει ένα πλούσιο σε διάφορες ουσίες… …   Dictionary of Greek

  • Μανέ, Εντουάρ — (Edouard Manet, Παρίσι 1832 – 1883). Γάλλος ζωγράφος. Ο πατέρας του ήταν ένας ευκατάστατος ανώτερος δικαστικός, ο οποίος επιθυμούσε να ακολουθήσει ο γιος του τη δική του σταδιοδρομία, παρά την καλλιτεχνική κλίση του. Το 1848 ο νεαρός Μ., για να… …   Dictionary of Greek

  • Ντεγκά, Εντγκάρ — (Edgar Degas, Παρίσι 1834 – 1917). Γάλλος ζωγράφος, χαράκτης και γλύπτης. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του 19ου αιώνα. Όπως και ο Μανέ, ανήκε σε παλιά αστική οικογένεια (ο πατέρας του ήταν πλούσιος τραπεζίτης) και, παράλληλα με… …   Dictionary of Greek

  • αψίνθιο — το φυτό ποώδες με φύλλα πικρά και αρωματικά από τα οποία γίνεται το ποτό αψέντι (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”